Η Εξέλιξη Των Μηχανών

 

Από ην εποχή της Laterna Magica αρχίζει, μαζί με τις προσπάθειες για αποτύπωση εικόνων σε χαρτί ή άλλο υλικό (φωτογράφηση) και η καταγραφή και προβολή κινούμενων εικόνων, αυτό που ονομάζουμε σήμερα κινηματογράφο. Κατά το 19ο αιώνα παρουσιάστηκε ένας μεγάλος αριθμός ιδεών και συσκευών, οι οποίες με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία μπορούσαν να προβάλουν στο πεδίο ορατότητας των θεατών κινούμενες εικόνες. Βασική προϋπόθεση για να δημιουργήσει η προβολή κινούμενων εικόνων στο θεατή την εντύπωση της φυσικής κίνησης είναι η φυσιολογική αδράνεια του ανθρώπινου ματιού, να διατηρεί την εντύπωση μια εικόνας κατά ένα κλάσμα του δευτερολέπτου περισσότερο από όσο πραγματικά είναι διαθέσιμη αυτή η εικόνα. Αυτή η ανακάλυψη έγινε το έτος 1824 από τον γιατρό και φιλόλογο Peter M. Roget (Ρότζιτ, 1779-1869). Σ' αυτήν ακριβώς την ατέλεια του ματιού στηρίχτηκαν οι τεχνικοί για να κατασκευάσουν πολλές και διάφορες μηχανές που θα προέβαλαν διαδοχικές εικόνες, οι οποίες δεν γίνονταν αντιληπτές σαν ξεχωριστές φωτογραφίες, αλλά ενοποιούνταν και έδιναν την εντύπωση ότι το αντικείμενο που απεικονίζεται, βρίσκεται σε κίνηση.

Οι πρώτες κινηματογραφικές κατασκευές αυτού του είδους επαναλάμβαναν κινήσεις ζώων ή ανθρώπων και διασκέδαζαν το κοινό. Οι πιο διαδεδομένες συσκευές αυτού του είδους ήταν οι λεγόμενοι ζωντανοί τροχοί, ένα μεγάλο στεφάνι που είχε επάνω του φωτογραφίες με επάλληλες φάσεις κάποιας κίνησης. Οι θεατές κοίταζαν από ένα παράθυρο με σταθερό βλέμμα τον κινούμενο τροχό και έπαιρναν την εντύπωση της κινούμενης εικόνας. Τέτοιους τροχούς κατασκεύασαν στα έτη 1832/33 ο Αυστριακός Simon Stampfer και ο Βέλγος Joseph Plateau. Μέχρι τη δεκαετία του 1890 ακολούθησαν πολλές και διάφορες κατασκευές, σχεδόν όλες με εντυπωσιακά για Ευρωπαίους και Αμερικανούς ελληνικά ονόματα.

 

Lumiere

Ο Thomas Alva Edison (Έντισον, 1847-1931) σκέφτηκε κάποια στιγμή να αξιοποιήσει τις ταινίες για φωτογραφικές μηχανές που κατασκεύαζε η εταιρία Kodak του George Eastman (Ήστμαν, 1854-1932) και να αποτυπώσει σ' αυτές τις διαδοχικές φάσεις της κίνησης ενός αντικειμένου ή προσώπου. Ουσιαστικά δηλαδή, αντικατέστησε τον περιορισμένης περιμέτρου ζωντανό τροχό με μια, θεωρητικά, ατελείωτη ταινία. Η ταινία ξετιλυγόταν από ένα στέλεχος και τυλιγόταν σε άλλο και ενδιάμεσα περνούσε μπροστά από μία οπή. Ο μεμονωμένος παρατηρητής έβλεπε ένα φως που αναβόσβηνε, αλλά με κάθε έναυση τους φωτός βρισκόταν μπροστά στην οπή μια διαφορετική εικόνα. Έτσι δινόταν η ψευδαίσθηση της κινούμενης εικόνας. Αυτή ήταν και η αρχή λειτουργίας της κινηματογραφικής προβολής, καταρχήν για ένα παρατηρητή. Η συσκευή του Έντισον ονομάστηκε Cinematoscope και οδήγησε σε  τη δημιουργία αιθουσών για παρακολούθηση των πρώτων ταινιών της εποχής.

Οι αδελφοί Lumiere (Λυμιέρ), ο Auguste Marie Louis Nicolas (1862-1954) και ο Louis Jean (1864-1948) ουσιαστικά τελειοποίησαν την επινόηση του Έντισον, εισάγοντας ένα αντικειμενικό φακό, με τον οποίο προβαλλόταν η εικόνα στον τοίχο. Η ταινία με τις συνεχόμενες φάσεις μιας κίνησης είχε στο ένα περιθώριό της μια σειρά από οπές, οι οποίες ταίριαζαν στα δόντια ενός γραναζιού. Το περιστρεφόμενο γρανάζι μετέφερε τις εικόνες στο φακό στο ρυθμό που αναβόσβηνε το φως. Στις 28 Δεκεμβρίου του έτους 1895 έγινε η πρώτη προβολή στο Παρίσι της ταινίας «L' arroseur arrose» (ο ποτισμένος ποτιστής). Όμως, ήδη από τις αρχές Νοεμβρίου του 1895 είχαν αρχίσει ο Max Skladanowsky (Σκλαντανόφσκυ, 1863-1939) να δείχνει στο Βερολίνο κινηματογραφικές ταινίες με χρήση ενός Bioscope, με θεατές που πλήρωναν είσοδο. Βέβαια, η προβολή στο Βερολίνο έμεινε σχεδόν άγνωστη και μαθεύτηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη και Αμερική αρκετά χρόνια αργότερα. Με αυτές τις προβολές άρχισε η θυελώδης ιστορία του κινηματογράφου, η οποία επηρέασε, αφενός τη βιομηχανία ψυχαγωγίας και αφετέρου την τέχνη.

Στα πρώτα χρόνια του κινηματογράφου αρκούσε μία μηχανή λήψης (κάμερα) και ένας χειριστής για να γυρίσει μια ταινία. Οι ταινίες αυτών των δεκαετιών, μέχρι το 1927, ήταν χωρίς ομιλίες, η τεχνική βρισκόταν ακόμα στην εποχή του βωβού κινηματογράφου. Το περιεχόμενο των ταινιών ήταν κατά κανόνα φάρσες, οι οποίες διασκέδασαν αφάνταστα το κοινό (τα παθήματα των άλλων είναι πάντα διασκεδαστικά!) Συχνά γυρίζονταν όμως επίσης και ταινίες με φυσικά τοπία, ζώα κλπ. Η προβολή ταινιών γινόταν σε θέατρα, ανάμεσα σε ζωντανές απαγγελίες ή θεατρικά νούμερα που εκτελούσαν ηθοποιοί ή επίσης σε πανηγύρια, όπου μαζευόταν αρκετός κόσμος, ιδίως από χωριά που δεν είχαν ευκαιρία να δουν ταινίες. Στην Αμερική διαρρυθμίστηκαν αίθουσες ειδικά για προβολή ταινιών, οι οποίες ονομάστηκαν Nickelodeons, δηλαδή ωδεία της πεντάρας, επειδή αυτό ήταν το κόστος (5 cents) για το εισιτήριο. Όταν οι ταινίες με φάρσες έγιναν ανιαρές στους θεατές που πλήρωναν εισιτήριο, άρχισε η ουσιαστική δημιουργική παραγωγή ταινιών, με μοντάζ σκηνών, διαρρύθμιση χώρων λήψης με κατάλληλο φωτισμό, με προκαθορισμένο σενάριο. Στη δεκαετία του 1900 καθιερώθηκαν σταδιακά ο σκηνοθέτης και ο σκηνογράφος, ο εικονολήπτης, ο ενδυματολόγος, ο υπεύθυνος φωτογραφίας κ.ά. Πέρα από το πλήθος αυτών των καλλιτεχνικών και τεχνικών στελεχών, καθιερώθηκαν σταδιακά και οι σημαντικοί ηθοποιοί, με όλες τις προεκτάσεις που γνωρίζουμε.

Μέχρι το 1909 στην Αμερική και το 1914 στη Γαλλία είχε αναπτυχθεί ταχύτατα μια νέα, σημαντική βιομηχανία στον τομέα της μαζικής ψυχαγωγίας, για πρώτη φορά στα χρονικά του παγκόσμιου πολιτισμού. Εκτιμάται ότι στις ΗΠΑ αυξανόταν η κινηματογραφική αγορά κατά 25 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Ο μεγαλύτερος διανομέας ταινιών της εποχής ήταν η εταιρία Motion Picture Patents Company (MPPC) του Έντισον και το υλικό των ταινιών προμήθευε σχεδόν αποκλειστικά η εταιρία Kodak του Ήστμαν. Σταδιακά κατασκευάστηκαν μηχανές λήψης και προβολής με διάφορες τεχνικές βελτιώσεις, οι οποίες είχαν τυποποιημένα χαρακτηριστικά, ώστε να δέχονται τις ταινίες της Kodak.

Εκείνη την εποχή άρχισε στην Αμερική ο έλεγχος της αγοράς ταινιών από συμμορίες, ιδίως στη Νέα Υόρκη, όπου είχαν την έδρα τους οι σπουδαιότερες κινηματογραφικές εταιρίες. Νέοι, ανεξάρτητοι κινηματογραφιστές δέχονταν επιθέσεις από μαφιόζους και συνεργαζόμενους αστυνομικούς, με αποτέλεσμα η παραγωγή να περιέλθει γρήγορα σε λίγα χέρια που ελέγχονταν από τις συμμορίες. Έτσι, καθιερώθηκε να συνοδεύονται τα συνεργεία που γύριζαν ταινίες, από ομάδες προστασίας, οι οποίες έδιναν μάχες με μέλη συμμοριών που προσπαθούσαν να παρενοχλήσουν τα γυρίσματα. Πολλά από τα φιλμ «κλέφτες κι αστυνόμοι» εκείνης της εποχής περιέχουν σκηνές από πραγματικές ανταλλαγές πυρών.

Από το 1910 εγκαταστάθηκαν διάφοροι ανεξάρτητοι παραγωγοί ταινιών στο Λος 'Αντζελες (Hollywood) και ίδρυσαν μικρά στούντιο, ανάμεσά τους οι William Fox, Samuel Goldwyn και Adolph Zukor. Τα στούντιο αυτά εξελίχθηκαν σταδιακά στους γνωστούς κινηματογραφικούς κολοσσούς. Η επιλογή της Καλιφόρνιας ως έδρας των νέων εταιριών σχετιζόταν, αφενός με τη μεγάλη απόσταση από τη Νέα Υόρκη και τον κίνδυνο παρεμβάσεως των συμμοριών, αφετέρου με τον καλό καιρό της Καλιφόρνιας, ο οποίος επέτρεπε να γίνονται γυρίσματα περισσότερες ημέρες το χρόνο. Τα πρώτα στούντιο της εποχής είχαν γυάλινες σκεπές, σαν μεγάλα σημερινά θερμοκήπια περίπου, ώστε να δέχονται το φως της ημέρας, αφού η φωτοτεχνία δεν είχε εξελιχθεί ακόμα επαρκώς.

Μέχρι τον α' παγκόσμιο πόλεμο η Γαλλία είχε πρωτοπορεία στην παγκόσμια παραγωγή ταινιών, με τον πόλεμο σταμάτησε όμως κάθε παραγωγή σε όλη την Ευρώπη και αναδείχθηκαν οι αμερικάνικες εταιρίες, οι οποίες έκτοτε κυριαρχούν. Το 1919 ιδρύθηκαν νέες εταιρίες, αρχικά για τη διανομή ταινιών, αργότερα και ως παραγωγοί, ανάμεσά τους η United Artists, οι Charlie Chaplin, Mary Pickford, Douglas Fairbanks και ο David Griffith.

Οι συνήθεις συντηρητικοί μελλοντολόγοι προέβλεπαν την εξαφάνιση του θεάτρου και διαφόρων μορφών τέχνης, αφού είχε ενσκύψει απρόβλεπτα και θυελωδώς αυτή η νέα τέχνη με τεχνολογικό υπόβαθρο. Έγραφε ο διάσημος 'Αγγλος συγγραφέας T.S. Eliot το έτος 1923: «Οι κάτοικοι του δυστυχισμένου αυτού αρχιπελάγους (Μελανησία) πεθαίνουν, κυρίως, γιατί ο πολιτισμός, που τους ανάγκασαν να δεχτούν, τους στέρησε από κάθε ενδιαφέρον για τη ζωή. Πεθαίνουν από καθαρή πλήξη. Όταν το κάθε θέατρο αντικατασταθεί από εκατό κινηματογράφους, όταν το κάθε μουσικό όργανο αντικατασταθεί από εκατό γραμμόφωνα, όταν το κάθε άλογο αντικατασταθεί από εκατό φτηνά αυτοκίνητα, όταν κάθε παιδάκι ακούει, με τη βοήθεια των ηλεκτρικών εφευρέσεων, τα παραμύθια της γιαγιάς του από ένα μεγάφωνο, δε θα είναι διόλου εκπληκτικό αν ο πληθυσμός ολόκληρου του πολιτισμένου κόσμου ακολουθήσει γρήγορα την τύχη των Μελανησίων.»

 

Σήμερα γνωρίζουμε ότι οι Μελανήσιοι δεν πέθαιναν από «ανία», αλλά από ελλιπή διατροφή, από κακές συνθήκες υγιεινής, από ευλογιά, χολέρα, ελονοσία και άλλες ασθένειες. Ο δυτικός πολιτισμός τους έφερε, μαζί με κάποια τρωτά, την Ιατρική, τη γενική Παιδεία, τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής και διάθεσης υπηρεσιών και προϊόντων, καθώς επίσης δυνατότητες ψυχαγωγίας, μόρφωσης και ελεύθερων επιλογών για τη ζωή τους. Οι απαισιόδοξες προβλέψεις του υπερσυντηρητικού Έλιοτ για τον παγκόσμιο πολιτισμό δεν επαληθεύτηκαν σε κανένα σημείο, αντίθετα, επεκτάθηκε η μαζική ψυχαγωγία σε όλο τον κόσμο, σε κοινωνικές ομάδες που δεν είχαν δυνατότητα ή ενδιαφέρον να επισκεφτούν το θέατρο ή να παρακολουθήσουν μουσικές εκτελέσεις σε αίθουσα συναυλιών ή να γνωρίσουν τα σπουδαία λογοτεχνικά έργα διαβάζοντας βιβλία. Πέρα από όλα αυτά, ο κόσμος γνώρισε με τον κινηματογράφο άλλες πόλεις, άλλες χώρες, άλλους ανθρώπους, άλλους πολιτισμούς. Αυτές οι εμπειρίες επηρέασαν τα ασθητικά και εμπορικά πρότυπα σε παγκόσμια κλίμακα - η παγκοσμιοποίηση επιλογών και συμπεριφορών είχε αρχίσει.

 

     

Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 αποκρυσταλλώθηκε στις ΗΠΑ ένα ολιγοπώλιο παραγωγής και διανομής ταινιών, το λεγόμενο ολιγοπώλιο των μεγάλων πέντε, το οποίο αποτελούσαν οι εταιρίες Paramount Pictures, 20th Century Fox, Metro-Goldwyn-Mayer (MGM), Warner Brothers και Radio Keith Orpheum (RKO). Αυτές οι εταιρίες είχαν περί το 70% των εσόδων από τη διακίνηση των ταινιών, παρ' ότι είχαν υπό έλεγχο μόνο το 15% των αιθουσών κινηματογράφου. Ένα δεύτερο ολιγοπώλιο, το λεγόμενο των μικρών τριών, αποτελείτο από τις εταιρίες Columbia Pictures, Universal Pictures και United Artists. Όλες μαζί αυτές οι εταιρίες έπαιξαν στη διάρκεια του 20ου αιώνα σημαντικό ρόλο στον επιχειρηματικό και καλλιτεχνικό χώρο του κινηματογράφου. Αλλαγές και ανα-προσανατολισμοί προέκυψαν με την είσοδο (κυρίως της έγχρωμης) τηλεόρασης κατά τη δεκαετία του 1960 και στη συνέχεια στις δεκαετίες του 1980 και '90, από τη διακίνηση σε χαμηλές τιμές των βιντεοκασετών, καθώς επίσης των CD/DVD με ταινίες μεγάλου μήκους.

Μέχρι το έτος 1927 ο κινηματογράφος ήταν βωβός. Παράλληλα με την προβολή της ταινίας ακουγόταν στην αίθουσα μουσική. Σημαντικές συζητήσεις μεταξύ των ηθοποιών έβγαιναν είτε με υποτιτλισμό, είτε με παρεμβολές κειμένου στην οθόνη. Με την εισαγωγή του ήχου και παράλληλα του έγχρωμου φιλμ, ο κινηματογράφος πέρασε σε μια νέα φάση ανάπτυξης και αποτέλεσε τη μεγαλύτερη βιομηχανία ψυχαγωγίας σε παγκόσμια κλίμακα που έχει εγκαθιδρυθεί μέχρι τώρα.